Του Δημήτρη Τσιόδρα Ελευθεροτυπία
«Θα πάρουμε την επόμενη δόση;», «Θα κηρύξουμε στάση πληρωμών;», «Θα επιστρέψουμε στη δραχμή;» Τα ερωτήματα βρίσκονται διαρκώς στο προσκήνιο από τη στιγμή που χρεοκοπήσαμε. Δυστυχώς όμως ακόμη και τώρα η πλειοψηφία των πολιτικών ούτε δείχνει να έχει καταλάβει τι έχει συμβεί, ούτε έχει στο νου της τι πρέπει να γίνει. Αυτό που επαναλαμβάνεται με διαφορετικά λόγια είναι: «Θα θέλαμε να συνεχίσουμε να κάνουμε όλα όσα γίνονταν τα προηγούμενα χρόνια, δυστυχώς όμως δεν μπορούμε». Αυτά έχουν συνηθίσει να κάνουν, τα ιδια θέλουν να συνεχίσουν. Κι ας οδηγηθήκαμε στο σημερινό χάλι. Η συμμετοχή μιας χώρας σε μια νομισματική ένωση δίνει ευκαιρίες (σταθερό νόμισμα, ευκολότερη πρόσβαση σε άλλες αγορές), κρύβει όμως και πολλούς κινδύνους αφού σε αφήνει εκτεθειμένο σε μεγαλύτερο ανταγωνισμό. Η Ελλάδα είδε τις ευκαιρίες, όχι όμως τους κινδύνους. Λόγω του φθηνού ευρώ αυξήθηκε ο δανεισμός επιχειρήσεων, νοικοκυριών και κράτους. Το να δανείζεσαι δεν είναι κατ' ανάγκην κακό. Το ερώτημα είναι πώς χρησιμοποιείς τα δανεικά. Αν βελτιώσεις τις υποδομές, την εκπαίδευση, εκσυγχρονίσεις τη δημόσια διοίκηση, βελτιώσεις την επιχείρησή σου, αυτά που ξοδεύεις σήμερα θα τα πάρεις αύριο στο πολλαπλάσιο. Θα αποπληρώσεις σταδιακά τα χρέη σου και θα αυξήσεις το εισόδημά σου. Στην Ελλάδα, τα χρήματα πήγαν για να δημιουργηθεί φούσκα στην οικοδομή, για να αυξηθεί η κατανάλωση και για να εξυπηρετήσει το κομματικό σύστημα την πελατεία του. Επειδή στα ράφια υπάρχουν όλο και λιγότερα ελληνικά προιόντα, ενισχύονταν οι οικονομίες άλλων χωρών, κυρίως της ευρωζώνης, με πρώτη τη γερμανική οικονομία. Από τα κρατικά συμβόλαια ευνοούνταν συγκεκριμένοι επιχειρηματίες, οι οποίοι έχτιζαν περιουσίες με λεφτά των κορόιδων που πλήρωναν φόρους. Οι κυβερνήσεις επαίρονταν για τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ το εμπορικό ισοζύγιο γινόταν όλο και πιο ελλειμματικό, η χώρα κατρακυλούσε στους δείκτες ανταγωνιστικότητας, ανέβαινε στους δείκτες διαφθοράς, το έλλειμμα και το δημόσιο χρέος αυξάνονταν. Και ανέμελοι προσκρούσαμε στο παγόβουνο. Τι πρέπει να κάνουμε σήμερα; Δύο πράγματα: το πρώτο είναι να σταματήσουμε να έχουμε ελλείμματα γιατί ουδείς θα μας δίνει χρήματα για να τα καλύψουμε και δικό μας χρήμα δεν μπορούμε να τυπώσουμε. Το δεύτερο είναι να αλλάξουμε τη δομή της οικονομίας μας, ώστε να μπορούμε μελλοντικά να σταθούμε στα πόδια μας, να ανεβάσουμε το επίπεδο ζωής μας και σταδιακά να αποπληρώσουμε τα χρέη μας. Το χρέος άλλωστε είναι αποτέλεσμα, δεν είναι η αιτία του προβλήματος. Το μόνο που δεν συζητάμε είναι το πώς θα γίνει αυτό. Λέμε συνεχώς για μέτρα, για διαπραγματεύσεις, για τον κίνδυνο να μην πάρουμε τις δόσεις και το μόνο που δεν κάνουμε είναι να συζητάμε σοβαρά για το ποιος είναι ο δρόμος με τον οποίο μπορεί η ελληνική οικονομία να σταθεί στην Ευρώπη. Το πώς θα έχει δομές τέτοιες που θα της επιτρέψουν να παράγει προϊόντα και υπηρεσίες με μεγαλύτερη ζήτηση. Οι τρόποι που μπορούμε να το πετύχουμε ασφαλώς είναι πολλοί. Το μόνο που δεν γίνεται είναι να συνεχίσουμε τα παλιά, δίχως αλλαγές. Δυστυχώς η απάντηση που ακούμε για το πώς θα διατηρηθούμε στην ευρωζώνη δεν είναι «αλλάζοντας το οικονομικό μοντέλο που χρεωκόπησε», αλλα ότι «θα μείνουμε επειδή δεν μπορούν να μας διώξουν». Αυτό προς το παρόν μπορεί να ισχύει, αφού οι κίνδυνοι από την αποχώρηση μιας χώρας είναι μεγάλοι για ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Αν όμως η κατάσταση στην περιφέρεια της υπόλοιπης Ευρώπης βελτιωθεί, η Ελλάδα μένει διαρκώς πίσω και η απόσταση από τους υπόλοιπους μεγαλώνει, υπάρχουν δύο λύσεις: Είτε οι υπόλοιποι θα μας χρηματοδοτούν εσαεί είτε θα οδηγηθούμε προς την πόρτα εξόδου. Το πρώτο δεν είναι πιθανό. Το δεύτερο δεν προβλέπεται θεσμικά τώρα, όμως οι φωνές που υποστηρίζουν ότι πρέπει να βρεθεί τρόπος πυκνώνουν. Παγιώνεται πλέον η αίσθηση ότι «η Ελλάδα είναι ειδική περίπτωση». Κι αυτό μας οδηγεί σε περιθωριοποίηση και στην έξοδο ή στην παραμονή μας στην ευρωζώνη με την ανάληψη της διεύθυνσης της χώρας από την Ε.Ε. Στα πρώτα βήματα του ελληνικού κράτους, ύστερα από εμφυλίους κι αφού δολοφονήθηκε ο Καποδίστριας επειδή έθιξε τοπικά συμφέροντα, οι Βαυαροί ανέλαβαν να οργανώσουν τη διοίκηση. Σήμερα, ύστερα από 180 χρόνια, αφού για να υπηρετηθούν τα πελατειακά συμφέροντα των κομμάτων οδηγηθήκαμε στη χρεοκοπία και προσφύγαμε στην Ε.Ε. και το ΔΝΤ για να μην κηρύξουμε στάση πληρωμών, την οργάνωση αναλαμβάνουν πλήρως οι Βρυξέλλες. Και το κομματικό σύστημα συνεχίζει να ερίζει για το ποιος προηγείται στις δημοσκοπήσεις και ποιος θα έχει την εξουσία σε μια κατεστραμμένη χώρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου