Δευτέρα 22 Μαρτίου 2010
Η επανάσταση του παπα-Ευθύμιου Βλαχάβα
Ο Θύμιος Βλαχάβας ήταν περίφημος αρματολός στα Χάσια (περ. 1760-1809).
Οι ιστορικές πηγές αναφέρουν πως γεννήθηκε στη Σμόλιανη, παλαιά ονομασία του χωριού Βλαχάβα,. Η ακριβής ημερομηνία της γέννησης του είναι άγνωστη, ωστόσο τοποθετείται περίπου στο 1760. Ο πατέρας του, Αθανάσιος Βλαχάβας, ήταν αρματολός στην περιοχή των Χασίων, όπου περιλαμβανόταν και το χωριό με το σημερινό όνομα Βλαχάβα. Μετά το θάνατο του πατέρα του, πιθανότατα μετά το 1792, ο Ευθύμιος Βλαχάβας ανέλαβε το αρματολίκι των Χασίων, αφού προηγουμένως είχε χειροτονηθεί ιερέας, από όπου πήρε και το ό νομα Παπα-θύμιος με το οποίο έμεινε γνωστός στην ιστορία. Το 1806 που κηρύχθηκε ο ρωσοτουρκικός πόλεμος, ο Βλαχάβας αναδείχτηκε με τους αγώνες του εναντίον των Τούρκων. Ο Ευθύμιος Βλαχάβας έζησε λοιπόν στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα. Η χρονική αυτή περίοδος, που αργότερα ονομάστηκε προεπαναστατική περίοδος, προσδιορίζεται από σημαντικά πολιτικά, ιδεολογικά και στρατιωτικά γεγονότα. Η αποδυνάμωση του Οθωμανικού κράτους, ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος, η ένταση που επικρατεί στο χώρο των Βαλκανίων, αλλά και η γενικότερη εθνική αναστάτωση που επικρατούσε στους Έλληνες, δεν άφησαν ανεπηρέαστο ούτε τον Παπα-θύμιο Βλαχάβα. Την άνοιξη λοιπόν του 1808 ο Ευθύμιος Βλαχάβας και τα αδέρφια του, επικεφαλής μιας αρκετά μεγάλης δύναμης ένοπλων κλεφταρματολών, ξεκίνησαν στη Θεσσαλία την εξέγερση τους κατά του Αλή πασά. Η αρχική συμφωνία του Βλαχάβα και των αδερφών του με τους αρματολούς Δεληγιάννη και Στουρνάρη, οι οποίοι θα εμπόδιζαν τα στρατεύματα του Αλή πασά στα στενά του Μετσόβου, κατέληξε σε προδοσία, αφήνοντας τον στρατό του Αλή πασά να περάσει ανενόχλητος. Η καθοριστική μάχη δόθηκε στις 8 Μαΐου 1808 στο Καστράκι, σημερινό χωριό της Καλαμπάκας, στους πρόποδες των Μετεώρων. Οι επαναστάτες, υπό την αρχηγία του Θεόδωρου Βλαχάβα, καθώς ο παπα- Θύμιος με τους άντρες του δεν πρόφτασαν να ενωθούν με τους αγωνιζόμενους στο Καστράκι, κατατροπώθηκαν από τις πολυάριθμες δυνάμεις των Τούρκων.
Ο Βλαχάβας πέρασε στην Σκόπελο και αποφάσισε να συνεχίσει το έργο του στην θάλασσα. Συγκρότησε πειρατικό στόλο και άρχισε να χτυπά τούρκικα πλοία και να κάνει αποβάσεις. Ο Βλαχάβας δεν λογάριασε μήτε τον οθωμανικό στόλο και η πύλη για να τον αντιμετωπίσει επιστράτευσε το πατριαρχείο, δημοσιεύτηκε φιρμάνι που έδινε αμνηστεία στον παπά Ευθύμιο και σε όλους τους επαναστάτες, ο Αλής διέταξε να σταματήσει κάθε εχθρική πράξη στην Θεσσαλία, ο πατριάρχης έγραψε συμβουλευτικά γράμματα και τον εξόρκιζε σαν ιερέα του Υψίστου να σταματήσει τις επιχειρήσεις του.
Ο Βλαχάβας πείστηκε και διέλυσε τον στολίσκο του, ο Αλής άφησε να γυρίσουν ανενόχλητοι στα σπίτια τους οι επαναστάτες και μετά ζήτησε να του παραδώσουν τον Βλαχάβα. Με μπαμπεσιά συνελήφθηκε ο Βλαχάβας και οδηγήθηκε στα Ιωάννινα, δέθηκε σε πάσαλα για δύο μέρες ύστερα από μαρτύρια ημερών τον σκότωσαν.
Η λαϊκή μούσα πολύ-ύμνησε τον προδομένο Βλαχάβα:
«Αηδόνια μου περήφανα,
πεύκα καμαρωμένα φέτο
να μη λαλήσετε, φέτο να μαραθήτε.
Τον Παπαθύμιο πιάσανε, τον καπετάν Βλαχάβα…»
Έτσι περιγράφει το μαρτύριο του Βλαχάβα ο Σπύρος Μελάς: "Τον ξαπλώσανε πάνω στο μακρύ πάγκο, τον δέσανε μάνι-μάνι με τις αλυσίδες απ' το στήθος, τη μέση, του περάσανε τα σιδερένια βραχιόλια, χέρια και πόδια. Τους είχανε κάνει μαστόρους, ειδικούς και σπουδαίους στην τέχνη, αυτούς τούς γύφτους, τους ατσίγγανους μπόγηδες. Κι' αρχίζουνε, με τα χαντζάρια, να τον λιανίζουνε σαν το κριάρι. Και δε βιάζονται - δε βιάζονται καθόλου. Μία πρώτη χαντζαριά του κόβει τα δάχτυλα των ποδιών. Το αίμα τινάζεται, άλικα, μικρά συντριβάνια. Και δεύτερη χαντζαριά και τρίτη και τέταρτη. Του λιανίζουνε τα χέρια, του ανοίγουνε τα σπλάχνα.
- Μαρτύρα ορέ Βλαχάβα!
Μα ο παπα-Θύμιος δεν μίλησε…."
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου